Για αυτούς τους παλιούς ξεχασμένους έρωτες. Για αυτούς τους παρεξηγημένους χρόνους. Για αυτούς τους ψυχικά ζωντανούς. Τους ανεκπλήρωτους αλλά και τους ματαιόδοξους. Για όλους αυτούς που κομμάτιασαν την ψυχή και σημάδεψαν την καρδιά μας αιωνίως… ναι για αυτούς θα γράψω… τους αληθινούς έρωτες που κρατάνε στο χρόνο, δεν φθείρονται, ούτε δοκιμάζονται. Αυτοί οι ανεξίτηλοι έρωτες που γίνονται μεγάλες ιστορίες αγάπης και μαθήματα ζωής. Αυτοί που δέχονται τον σεβασμό και τον θαυμασμό. Αυτοί οι ¨εξωπραγματικοί¨ έρωτες που μοιάζουν με τον γόρδιο δεσμό…
Το ρητό παραπάνω αποτελεί ένα ερώτημα που σε όλους τους ανθρώπους έχει περάσει έστω μια φορά από το μυαλό. Γιατί να φεύγουν άραγε οι άνθρωποι; Γιατί να τελειώνει ένας έρωτας που θεωρείται μοναδικός και παντοτινός;
Όλοι μετά από έναν μεγάλο έρωτα πληγωνόμαστε, κλεινόμαστε, απογοητευόμαστε και αλλάζουμε. Δεν κοιτάμε την καλή πλευρά και κακολογούμε την ζωή που περάσαμε με αυτόν τον άνθρωπο.
Μετρήσεις επιστημόνων έχουν αποδείξει πως ο ψυχικός κόσμος του ερωτικού χωρισμού έρχεται σε οξύτητα αμέσως μετά τον ψυχικό πόνο που βιώνουμε από το θάνατο αγαπημένου προσώπου. Έτσι βλέπουμε τον χωρισμό, πόσο μάλλον την εξαφάνιση του προσώπου, την αντιμετωπίζουμε σαν μια νεκρή οντότητα που απλά κατοικεί ακόμα στην καρδιά και στο μυαλό μας ώστε να δικαιολογηθεί η πιθανή εξαφάνιση του.
Τι τον κάνεις λοιπόν, αυτόν τον αβάσταχτο πόνο; Το ποιο λογικό ίσως που συνηθίζεται να γίνεται είναι η συκοφαντία. Οι χωρισμένοι εραστές τείνουν να συκοφαντούν με μικρότητα στους άλλους και στον εαυτό τους, το αγαπημένο πλάσμα που έχασαν, ακόμα και αν αυτό είναι ότι πιο πολύτιμο είχαν, ακόμα και αν ήταν ο μοναδικός τους έρωτας. Για να μειώσουν την οδύνη της απώλειας, μειώνουν την αξία του προσώπου. Και για να κρατηθούν έτσι μακριά, για να έχουν λόγους να τον αποφεύγουν. Να γεννηθεί ανάμεσα τους μια εχθρική παρεξήγηση που σαν τάφρος τους προστατεύει από την επιδρομή της θανάσιμης έλλειψης, της θανάσιμης νοσταλγίας. Για να αντέξουν στο χαλασμό. Και πιο συγκεκριμένα να αντέξουν τον ψυχικό πόνο που προέρχεται από τα βάθη της ψυχής κάθε φορά που θα τον δούνε ή θα μιλήσουν για αυτόν. Αυτή θεωρούν ως λύση. Παροδική λύση. Γιατί οι μεγάλες αγάπες και οι τρανοί έρωτες δεν διστάζουν, δεν φθείρονται, δεν δοκιμάζονται. Ακόμα και όταν ο ίδιος ο πόνος υποχωρήσει, η θύμηση του πόνου παραμένει εκεί.
Τι κάνεις λοιπόν το βάρος, το παράπονο, την οργή, τη ματαίωση, την απογοήτευση, το κενό,την τρέλα που συνοδεύουν τον χωρισμό; Πως τα βγάζεις πέρα με την ανάμνηση τους, την αυτόματη αναβίωση τους, τους συναισθηματικούς συνειρμούς που ανασταίνονται, όταν το βλέμμα σου ξανασυναντά το βλέμμα που τα προξένησε, όταν ο ήχος της φωνής του σε ναυαγεί στις μεγάλες στιγμές σας, όταν ο μαγνητισμός ξανατυλίγει κορμιά που κάποτε αληθινά σμίξανε;
Όσα χρόνια και να περάσουνε, όσους ανθρώπους και να αλλάξεις, όσες προσπάθειες και να κάνεις, τίποτα από αυτά δεν μπορεί να αλλάξει τον ρυθμό της καρδιάς. Αυτόν τον αξέχαστο γρήγορο και τόσο νοητό ρυθμό που κάνει όταν βλέπεις τον μοναδικό έρωτα. Την μία και μοναδική αγάπη. Όπως και να τελείωσε, ότι και να προηγήθηκε όλο το υπόλοιπο μέρος της ζωής, τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει το απόλυτο συναίσθημα της αληθινής αγάπης. Γιατί η καρδιά επιλέγει χωρίς να ρωτήσει, σημαδεύει μια ψυχή παντοτινά. Το πρόσωπο, η ψυχή και όλο της το σύνολο μαζί.
Έρωτας δε θα πει να ανοίγεσαι αμέσως, να δίνεσαι, να ενώνεσαι με κάποιον Άλλον.
Είναι μια σπάνια ευκαιρία να ωριμάσεις, να αποκτήσεις μιαν υπόσταση δική σου, να γίνεις εσύ ένας ολόκληρος Κόσμος, για χάρη κάποιου άλλου, αγαπημένου προσώπου. Έτσι όταν βρίσκεις την πραγματική αγάπη το γνωρίζεις, την αντικρίζεις, την χαιρετάς και την καλωσορίζεις με αγκάλες.
Κάθε φορά μετά τον χαμό, όσα χρόνια και να περάσουνε, όπου και να βρίσκεσαι, όσα και να έχουν γίνει. Αλλά μέχρι τότε τι γίνεται; Μέχρι να εμφανιστεί ξανά; Όλο αυτό διάστημα που περιμένεις τον ερχομό του; Υπάρχει μόνο πόνος. Πόνος ο οποίος αλλάζει τους ανθρώπους.
Τον πόνεσε και εκείνος άλλαξε, ή μάλλον τον ανάγκασε να αλλάξει.
Έτσι εκείνος έφυγε.
Ή μάλλον τον έκανε εκείνη να φύγει.
Βέβαια όταν έφυγε πόνεσε και εκείνη.
Και μετά ήταν η δική της σειρά να αλλάξει.
Και άλλαξε.
Και τώρα;
Τώρα πλέον είναι διαφορετικοί.
Αλλά το μυαλό και η ψυχή ακόμα θα πονάει, ακόμα θα αναζητάει,
θα επιθυμεί την πηγή του πόνου και της αλλαγής…
Γράφει η Χαρά Καπ
Πηγή