Της Στεύης Τσούτση.
Η πρώτη αγάπη είναι αυτή που χαράσσεται βαθιά μες την καρδιά μας και το χνάρι της δεν ξεθωριάζει ποτέ.
Είναι τα πρώτα σκιρτήματα, οι πρώτες βαθιές ανάσες για κουράγιο, τα πρώτα τριζοβολήματα της ερωτικής φωτιάς μας.
Κι εκείνες οι πεταλούδες στο στομάχι, οι τόσο δυναμικές, τόσο πεισματάρες, που τα κάνουν όλα άνω κάτω.
Η πρώτη αγάπη κουβαλά τη γλύκα της πρώτης άνοιξης. Με μυρωδιά από αγιόκλημα και γιασεμί, με μελωδίες που οι στίχοι τους νιώσαμε ότι γράφτηκαν για μας, με γλυκό του κουταλιού για να μας γλυκάνει τον καημό.
Η πρώτη αγάπη έχει ματιές και σκέψεις. Έχει αμήχανες παιδιάστικες κινήσεις και ραβασάκια. Έχει άρωμα εφηβείας κι έναν μικρό φόβο ότι όλοι ξέρουν το μυστικό. Κι ίσως και να το ξέρουν, αν κι εσύ λες μέσα σου ότι το κρύβεις καλά.
Έχει χαμόγελα και υπονοούμενα, έχει παιχνίδι με τα μάτια και τυχαία ακουμπήματα. Έχει έννοια και φροντίδα. Είναι βλέπεις η πρώτη φορά που ξυπνά μέσα σου η έννοια και για κάποιον άλλο και δεν ξέρεις πώς να τη διαχειριστείς.
Έχει ήχο από κάτι παλιά παλιά τραγούδια που ούτε καν τα θυμάσαι πια. Μόνο κάπου κάπου έρχονται οι μελωδίες τους στα αυτιά, σκορπίζουν λουλούδια μέσα σου κι ύστερα χάνονται, πριν συνειδητοποιήσεις τι είναι και από πού.
Έχει και ζήλια η πρώτη αγάπη. Την κτητικότητα της πρώτης φοράς, την ανάγκη για αποκλειστικότητα στο βλέμμα, στο μοίρασμα, στο αίσθημα.
Κάποιοι θα την πουν αψίκορη. Αλλά δεν είναι.
Η πρώτη αγάπη, τις πιο πολλές φορές κουβαλά πάνω της την κατάρα (ή μήπως την ευχή;) του ανεκπλήρωτου, του ατελούς. Έρχεται, λουλουδιάζει την ύπαρξη, διδάσκει πώς είναι το μοίρασμα, το νοιάξιμο, η τρέλα για κάποιον άλλο και φεύγει. Αθόρυβα όπως ήρθε, ή και ηχηρά αν είναι στη στόφα της να θέλει να κάνει εντύπωση.
Πάντως φεύγει. Κι όταν ξανάρθει, σε λίγο ή σε πολύ καιρό κανείς δεν ξέρει, όλα θάναι αλλιώς. Θάναι μια ανάμνηση φυλαγμένη στο συρτάρι με τα καλά, με τα πολύ καλά της ζήσης. Θάναι μνήμες από μια ζωή που φαίνεται τόσο μακρινή κι όμως δεν είναι.
Θα σε πλησιάσει αργά, δειλιασμένα γιατί δεν ξέρει πώς θα αντιδράσεις. Θα σε βομβαρδίσει με το άρωμά της, το από καιρό ξεχασμένο. Θα παίξει στα αυτιά σου το τραγούδι με το οποίο τότε τη βάφτισες. Θα σου σκάσει δυο χαμόγελα κι εσύ θα ανταποδώσεις. Κι ύστερα έτσι όπως ήρθε ξαφνικά, σαν σε όνειρο ή όντως σε όνειρο, θα κάνει μεταβολή και θα φύγει.
Μαζί της θα πάρει και τις πεταλούδες της, που ποτέ ξανά από τότε δεν ήταν ίδιο το πέταγμά τους στο στομάχι σου.
Θα πάρει μνήμες, θα πάρει κομμένα χαρτιά από παλιό τετράδιο με τα μονογράμματά σας πάνω και δίπλα μια καρδιά.
Θα τα πάρει και θα φύγει. Θα χαθεί στη γωνιά της μνήμης σου αφήνοντάς σου μια γεύση από κυδώνι.
Γλυκιά και πικρή μαζί. Σαν τη ζωή σου μαζί της και χωρίς αυτήν…
αναπνοές