Τίποτα δεν έμεινε εδώ. Ή έτσι θέλω να πιστεύω. Σήμερα έψαξα το γιατί. Μέχρι τώρα δεν έβρισκα τις λέξεις. Δεν έβρισκα εσένα. Είχα χάσει εμένα. Έχασα το παιχνίδι. Το είχα χάσει απʾ την πρώτη παρτίδα.
Δε σκέφτηκα ποτέ εσένα. Πάντα προσπαθούσα να πάρω αυτά που θέλω, χωρίς να ξέρω τι θες εσύ. Δε μου μίλησες. Δε σε ρώτησα ούτε εγώ.
Βράδιασε. Το κρασί έγινε η μοναδική παρέα, μαζί και κάποιες σκέψεις είχαν στριμωχτεί εκεί τριγύρω. Τις έδιωχνα από καιρό. Δεν τις ήθελα μαζί μου γιατί μου έλεγαν για σένα.
Είχα επιλέξει να μη σε θέλω. Όμως, ξέχασα πως απαγορεύεται ρητά να κάνεις τέτοιες επιλογές. Δε στο επιτρέπουν.
Όταν μου έλεγαν κάτι εγώ θα έκανα το αντίθετο. Ξερό κεφάλι, όπως μου έλεγες κι εσύ. Πολλές φορές. Δε σου έδινα σημασία. Ίσως να έχεις δίκιο, όμως.
Στον έρωτα έμαθα πως δεν υπάρχει σωστό. Υπάρχει μόνο λάθος. Λάθη που κάνεις συνεπαρμένος από το συναίσθημα που σου ʾχει ξυπνήσει. Το ζήτημα είναι ένα: Να μην κάνεις ξανά το ίδιο λάθος.
Όμως, αυτό προϋποθέτει να το αναγνωρίσεις.
Εκεί το έχασα. Δεν αναγνώρισα το λάθος μου.
Οι άνθρωποι θέλουν χώρο να παίρνουν ανάσες, να σκεφτούν, να μιλήσουν. Όπου στεκόμουν αυτό έλεγα, αυτό αποζητούσα. Δε σου άφηνα, όμως, τον απαιτούμενο αέρα.
Δε σου άφηνα ποτέ επιλογή να αποφασίσεις.
Νόμιζα ότι με οδηγούσες να παίρνω αποφάσεις, αλλά πάντα μόνη μου τις έπαιρνα. Αποφάσιζα εγώ και για τους δυο. Κάτι σαν στημένο παιχνίδι που καταντούσε να γίνεται κουραστικό. Κυρίως για σένα.
Έκατσα και τα έβαλα κάτω. Ξανά. Όμως, η κουβέντα κουβάλαγε αλήθεια κι ειλικρίνεια. Κουβάλαγε κριτική. Όλα τα κουκουλωμένα λόγια που έσφυζαν μέσα μου ήθελαν να βγουν. Δεν τα κράτησα.
Η χειρότερη στιγμή δεν είναι όταν αποχωρίζεσαι αυτόν που λες άνθρωπο σου, αλλά η στιγμή που συνειδητοποιείς ότι τον έδιωξες εσύ. Πως τελικά εσύ έφταιγες απʾ την αρχή.
Ο χρόνος, λένε, δε γυρνάει πίσω. Μα εγώ θέλω να γυρίσω τον δείκτη ανάποδα και να πάω εκεί που ξεκίνησα να τα κάνω όλα λάθος.
Θέλω να γυρίσω και να σου δώσω λίγο απʾ το δικό μου χώρο. Να μοιραστούμε τις ανάσες. Να μοιραστούμε τις σκέψεις μας, τις κουβέντες μας, τα φιλιά μας.
Θέλω να σʾ αφήσω να με μάθεις να μοιράζομαι.
Η ψυχή μου το λέει. Είσαι αυτός που θέλει να την κάνουν να μάθει. Να μάθει να υποχωρεί. Να μάθει να περιμένει. Να μάθει να μην κρατάει αποστάσεις και να πλησιάζει.
Δεν μπορώ να μπω στη ζωή σου ξανά με το «έτσι θέλω». Μπορώ να μπω μονάχα αν το θες κι εσύ. Μα μπορώ να σε κάνω να το θες κι εσύ.
Είμαι εδώ, μπροστά σου κρατώντας την αλήθεια στα χέρια για να τη μοιραστώ μαζί σου.
Μπορεί να μου γυρίσεις την πλάτη, αλλά η αλήθεια είναι δική σου.
Φύλαξέ την.
Γράφει η Χριστίνα Χατζηκαμπούρη
Πηγή