Γιατί αλήθεια, πώς αλλιώς να με χαρακτηρίσω όταν εσύ μιλάς σοβαρά κι εγώ γελάω; Όταν απευθύνεσαι σε άλλους μα το αυτί μου πιο καμπάνα από ποτέ συμμερίζεται τα πάντα πριν τα πεις και γελάω; Κι όταν κοιτάς προς εμένα και προσπαθώ να ρίξω τους παλμούς μου και στο τέλος, μάντεψε, γελάω;
Δε λέω, στην αρχή μπορούσα να το ελέγξω μα όσο ο καιρός περνάει, όλα με φέρνουν στην αρχική μου ιδέα όταν αντίκρισα τη χαμογελαστή φάτσα σου. Γιατί εμείς μάτια μου, μπλέξαμε πριν καν μπλέξουμε. Γιατί μούρη μου, έχεις γίνει η τρανταχτή απόδειξη πως η γη κι ουρανός μπορούν να προσφέρουν τη μεγαλύτερη έκρηξη του πλανήτη άπαξ και σμίξουν.
Αν ήσουν σαν κι εμένα, θα σε βαριόμουνα. Κι αν ήσουν χαμηλών τόνων, μαζεμένος, σοβαρός, μετρημένος, θα σε απέφευγα. Κι αν ήμουνα κι εγώ τρελάρα σαν και του λόγου σου, θα ήμουν απλώς ακόμα μια κομπάρσος σε ένα άνοστο, βαρετό σήριαλ.
Με χρειάζεσαι, πώς να το κάνουμε. Με χρειάζεσαι για να συμπληρωθεί η τρέλα σου με δόση σοβαροφάνειας και σε χρειάζομαι για να ζήσω όσα δε με αφήνω η ξενέρωτη, να ζήσω! Γιατί σε ‘σένα μπορώ να αφήσω το τιμόνι κι ας ξέρω ότι το πιο πιθανό θα μας βγάλει χαμένους στο πουθενά, στη μέση λαγκαδιών κι αγκαθιών κι αντί να αγχωνόμαστε, θα γελάμε και θα γουστάρουμε που το ζούμε. Αυτό το άγνωστο που μου βγάζει κάθε βλέμμα σου, ρε μάτια μου, αυτό είναι που γουστάρω.
Να με κάνεις να μιλάω λες και δεν είμαι εγώ και να σου μιλάω και να με κοιτάς σαν χαζό μα καθόλα χαριτωμένο και σέξι αρκούδι. Ε δε γίνεται να μην το βλέπεις πως κάθε φορά που μιλάμε, τα λόγια του ενός συμπληρώνουν σαν τελεία, τα κόμματα του άλλου. Και μάθε επιτέλους πως εγώ σε βλέπω κάθε στιγμή που προσποιούμαι πως αδιαφορώ και τις ματάρες σου τις εντοπίζω κάθε που ρίχνουν τις κλεφτές ματιές τους!
Εδώ δεν κινδυνεύεις, μωρό μου! Γι’ αυτό να είσαι κάτι παραπάνω από σίγουρος. Και δε θα αναλωθώ στα ανούσια «για πάντα» και στις υποσχέσεις που τσακίζουν όταν αναιρούνται. Μα θα σου πω με πάσα σιγουριά πως είμαι πολλά από αυτά που ψάχνεις κι ακόμα περισσότερα από αυτά που ξέχασες πως αξίζεις.
Γιατί η τρέλα σου κρύβει μέσα της ανασφάλειες κι οι ανασφάλειες κρύβουν τρυφερότητα, πάθος και καλοσύνη μαζί! Κι όλα αυτά τα ασύνδετα, εγώ μπορώ να στα εξωτερικεύσω. Απλώς κοίτα με για λίγο στα μάτια κι αν δε σου γελάσω με το πιο αληθινά γλυκό χαμόγελο που έχω, να κάνω την καρδιά μου πέτρα και να αγνοήσω την ταχυπαλμία που μου προσφέρει η παρουσία σου!
Εγώ μπορώ να γίνω η αρρωστημένη λογική σου και μαζί μπορούμε να είμαστε το φρένο και το γκάζι ταυτόχρονα! Γιατί εμείς φυσιολογικοί, μια φορά, δεν είμαστε. Κι αν είμαστε τα δύο άκρα, μην ξεχνάς πως ακόμα κι ο κύκλος για να δημιουργηθεί χρειάζεται κομμάτια για να τον δένουν.
Γι αυτό σου λέω, έλα να δέσουμε βλέμματα, χαμόγελα και καρδιοχτύπια κι ας βγάλει στα αβέβαια που μας ταιριάζουν και στους δύο. Να μου γελάς, να μου μιλάς κάφρικα, να μου πουλάς μαγκιά κι εγώ σου εγγυώμαι ότι θα είμαι αυτό που μέσα σου θα ζητάς πριν το ζητήσεις!
Σου ταιριάζω, μωρό μου, σου ταιριάζω γιατί σου προσφέρω όση αλήθεια σου έκρυψαν, όση αλήθεια δεν έδωσα κι όση αλήθεια με έκανες ξανά να νιώσω! Δώσ’ μου το χέρι σου, άσε το τιμόνι στα χέρια μου κι αφήσου στο χάος που με έβαλες να ζω, καιρό τώρα. Ψήσου να ζήσουμε στο χάος, χάος μου!
Γράφει η Ήβη Παπαϊωάννου
πηγη